Τα τελευταία χρόνια, ο Μουσικός Αυτοσχεδιασμός ελκύει αξιοσημείωτη προσοχή σαν μια επιδεξιότητα που πρέπει να καλλιεργηθεί και να υποστηριχθεί μέσα από την διαδικασία της μουσικής εκπαίδευσης. Ενώ παλιότερα θεωρούνταν μια μάλλον περιθωριακή δεξιότητα, τώρα πια έχει αναγνωριστεί σαν μια πολύ σημαντική μουσική δεξιότητα, που έχει κρίσιμο ρόλο στην διαδικασία ανάπτυξης της μουσικής προσωπικότητας. Τοιουτοτρόπως, τα παιδιά έχουν αρχίσει να ενθαρρύνονται να αυτοσχεδιάζουν κατά την διάρκεια των μουσικών τους μαθημάτων και νέες εκπαιδευτικές διαδικασίες, τεχνικές και εργαλεία, έχουν αναπτυχθεί προκειμένου να υποστηρίξουν και να υποβοηθήσουν τόσο τους διδάσκοντες όσο και τους διδασκόμενους.
Αυτές οι τεχνικές έχουν αναπτυχθεί τόσο προς την υποστήριξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όσο και προς την εκτίμηση της προόδου των μαθητών και παρέχουν ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες για την αξιολόγηση και την υποβοήθηση των αυτοσχεδιαστικών προσπαθειών των παιδιών. Με την εισαγωγή των ΤΠΕ στην εκπαίδευση, αυτές οι τεχνικές έχουν μετουσιωθεί ως αρκετά εξεζητημένα εργαλεία και αυτοματοποιούν σε μεγάλο βαθμό την όλη διαδικασία. Ταυτόχρονα, παρέχουν δυνατότητες για περαιτέρω ανάλυση των αυτοσχεδιασμών, συλλέγοντας ηχογραφήσεις και αναπαραγωγές, αναλύοντας τα μουσικά δεδομένα και υπογραμμίζοντας διάφορα ενδιαφέροντα ευρήματα, για περαιτέρω ανάλυση.
Η έρευνα που περιγράφεται σε αυτή την διατριβή έχει πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Έργου MIROR FP7 (www.mirorproject.eu). Ως βασικό μέρος αυτού του έργου, έλαβαν χώρα ψυχολογικά πειράματα, συμπεριλαμβανομένων παιδικών μουσικών αυτοσχεδιασμών, από παιδιά μεταξύ 4 και 8 ετών. Οι αυτοσχεδιασμοί εκτελέστηκαν σε ένα MIDI πληκτρολόγιο και τα μουσικά δεδομένα που παράχθηκαν, συλλέχθηκαν και αναλύθηκαν. Ο στόχος αυτής της ανάλυσης ήταν από την μια μεριά να προσδιοριστούν σημαντικές μουσικές μορφές και πρότυπα και από την άλλη να δημιουργηθεί και να περιγραφεί ένα μοντέλο ικανό να αξιολογήσει την μουσική δημιουργικότητα που ενσωματώνονταν σε αυτούς τους μουσικούς αυτοσχεδιασμούς.
Τα αποτελέσματα αξιολογήθηκαν και εξετάστηκαν κάτω από το πρίσμα ενός τριπλού στόχου: (α) τον προσδιορισμό και την επισήμανση κοινών, επαναλαμβανόμενων μουσικών μορφών και προτύπων (β) την αξιολόγηση της μουσικής δημιουργικότητας που επιδεικνύεται σε αυτούς τους αυτοσχεδιασμούς, μέσω ενός προτεινόμενου, νέου μοντέλου μουσικής δημιουργικότητας και (γ) την εφαρμογή τεχνικών αντιπαραβαλλόμενων εξορύξεων δεδομένων, δηλ. τον προσδιορισμό των διαφορών των μουσικών πρότυπων που βρέθηκαν σε ένα σύνολο μουσικών αυτοσχεδιασμών, σε αντιπαράθεση με ένα άλλο.
Προκειμένου να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος, ένα υπολογιστικό μοντέλο περιεγράφηκε, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε. Αυτή η εργασία και τα αποτελέσματά της παρουσιάζονται σε αυτή την διατριβή.
(EL)
Music improvisation is lately gaining considerable attention, as a skill that should be
cultivated and promoted through the educational music process. Once a dexterity
rather neglected, it is now recognised as a skill of significant importance in the
development of musical abilities. Hence, children have been encouraged to
improvise during their musical classes and new teaching techniques and tools have
emerged, advocating the whole improvisation process and aiding both parties,
students and tutors, throughout the training course.
These techniques have been developed towards the teaching process as well as the
assessment of the progress of the children, and provide qualitative and quantitative
measures in order to evaluate and assist children’s improvisation efforts. With the
introduction of informational technology, such tools have become sophisticated and
automate the whole process; they provide at the same time the means for further
analysis of the improvisations, by collecting the recordings, analysing the data and
pinpointing at various interesting factors for further analysis.
The research reported in this thesis, has been conducted within the EU MIROR FP7
project. In the course of the project, a number of psychological experiments were
performed, including a number of improvisations of children, between 4 and 8 years
old. The improvisations were performed on a MIDI keyboard and the resulting data
collected and analysed in a number of ways. The aim was on the one hand to identify
significant patterns in the music produced and on the other to come up with a model
of assessing the creativity embedded in those improvisations.
The results are explored towards a three-fold goal: (i) the identification and
discovery of common repeated musical patterns (ii) the evaluation of the musical
creativity exhibited through the assessment of the musical improvisations in terms of
a newly constructed creativity model and (iii) the application of contrast data
mining, i.e. the identification of differences of repeated musical patterns found in a
corpus, with respect to another one.
In order to realise the above goal, a computational model has been introduced,
designed and implemented. This work and its results are presented in this thesis.
(EN)