Το ΕΜΠ δομήθηκε κατά τα πρότυπα του «Ηπειρωτικού» (Continental) ευρωπαϊκού συστήματος εκπαίδευσης των μηχανικών, με γερό θεωρητικό υπόβαθρο σπουδών, κανονική διάρκεια πέντε ετών με θεσμοθετημένο βάρος 300 διδακτικών μονάδων και συνακόλουθη ισοδυναμία με το επίπεδο «Master» του αγγλοσαξονικού συστήματος σπουδών. Η μεγάλη εθνική προσφορά και η κατάκτηση μιας διεθνώς διακεκριμένης θέσης από το ΕΜΠ οφείλονται στις υψηλές του προδιαγραφές, την υψηλή ποιότητα διδασκόντων και διδασκομένων και το ικανοποιητικό επίπεδο υλικοτεχνικής υποδομής. Οι απόφοιτοι του ΕΜΠ υπήρξαν ο κύριος επιστημονικός μοχλός της αυτοδύναμης προπολεμικής ανάπτυξης και μεταπολεμικής ανασυγκρότησης, στελεχώνοντας τις δημόσιες και ιδιωτικές τεχνικές υπηρεσίες και εταιρείες με επιστήμονες μηχανικούς, που κατά γενική ομολογία δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν από τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους και παράλληλα κατέλαβαν σπουδαίες θέσεις δασκάλων και ερευνητών στην ελληνική αλλά και τη διεθνή πανεπιστημιακή κοινότητα. Το ΕΜΠ είναι σήμερα, ως εκ της θεσμοθετημένης δομής του, Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (ΑΕΙ), λειτουργεί υπό την εποπτεία του κράτους ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά του δημόσιου συμφέροντος και είναι πλήρως αυτοδιοικούμενο. Τα όργανα του Ιδρύματος είναι το Συμβούλιο, ο Πρύτανης και η Σύγκλητος.

συλλογές