Ο ορεινός όγκος της Πίνδου με το τμήμα του που διασχίζει το νομό Γρεβενών σε έκταση 2.290.856 στρεμμάτων επηρεάζει καθοριστικά τη γεωμορφολογία, το κλίμα, την οικονομία και τελικά την ανάπτυξη όχι μόνο της περιοχής μελέτης αλλά όλου του νομού. Δεν αποτελεί μόνο ένα φυσικό δεδομένο στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο, αλλά είναι ένα ενιαίο σύνολο φυσικών χαρακτηριστικών και ανθρώπινης παρουσίας όπως αυτή εκφράζεται με τους οικισμούς, τα οδικά δίκτυα, την οικονομική δραστηριότητα, την πολιτιστική και ιστορική κληρονομιά. Η περιοχή επομένως, κατά την ιστορική διαδρομή της, επηρεάζει και δέχεται επιρροές από έναν ευρύτερο ανθρωπογεωγραφικό χώρο. Οι κοινωνικές ανάγκες, τα σύγχρονα καταναλωτικά πρότυπα, οι ανάγκες για μόρφωση και επιμόρφωση και εξειδίκευση, η πλήρης εκμηχάνιση της παραγωγής επηρεάζουν καθοριστικά την απασχόληση και την διάθεση για παραμονή των νέων ανθρώπων στον αγροτικό χώρο. Πρέπει επομένως να αναζητηθούν μέσα από νέες προσεγγίσεις τρόποι για την στήριξη των αγροτικών και ιδιαίτερα των ορεινών περιοχών. Ο τουρισμός σαν οικονομική δραστηριότητα μπορεί να αποτελέσει μια εναλλακτική μορφή ανάπτυξης, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος με σύγχρονους όρους. Μέχρι πριν λίγα χρόνια η ύπαρξη ορεινών όγκων σήμαινε περιορισμένες παραγωγικές δυνατότητες και μεγάλο κοινωνικό κόστος για τους κατοίκους. Σήμερα όμως με την ανάπτυξη οδικών δικτύων, μεταφορικών μέσων και τηλεπικοινωνιών, έχουν αλλάξει τα δεδομένα και τα μειονεκτήματα μπορούν να γίνουν με κατάλληλη αξιοποίηση σοβαρά πλεονεκτήματα στην ανάπτυξη αυτών των περιοχών. Οι ορεινές περιοχές με αξιόλογο φυσικό περιβάλλον οι οποίες δεν έχουν επηρεασθεί από την έντονη βιομηχανική δραστηριότητα είναι προνομιακός χώρος για την ανάπτυξη και χωροθέτηση νέων δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τον τουρισμό, την αναψυχή, τον αθλητισμό, τον πολιτισμό. Η σημερινή εντατική κτηνοτροφία και γενικότερα η γεωργία αποβλέπει στην αύξηση της παραγωγικότητας του εδάφους, καθώς και των αποδόσεων των παραγωγικών ζώων. Ο στόχος όμως αυτός επιτυγχάνεται με αλόγιστη χρήση χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, αλόγιστη εκμηχάνιση σε πολλές περιπτώσεις της παραγωγικής διαδικασίας και σπατάλη των υδάτινων πόρων, χρησιμοποίηση νέων μεθόδων αναπαραγωγής και διαχείρισης των ζώων και μεγάλη ενεργειακή σπατάλη. Η εντατικοποίηση της γεωργίας οδηγεί στις μονοκαλλιέργειες και στην αποσύνδεση της παραγωγής από το έδαφος. Δημιουργείται έτσι μεγάλη ρύπανση των υδάτων και του εδάφους, διάβρωση και απώλεια εδαφών, απώλεια της γενετικής βιοποικιλότητας και αποσταθεροποίηση του οικοσυστήματος. Η εφαρμογή, ωστόσο, εκτατικών συστημάτων γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής και η προτίμηση αυτοχθόνων φυλών και τύπων αγροτικών ζώων, που προσαρμόζονται στις τοπικές συνθήκες και χαρακτηρίζονται από ζωτικότητα και ανθεκτικότητα στις ασθένειες, αντιμετωπίζεται από τους παραγωγούς με πολλές επιφυλάξεις. Για το λόγο αυτό πρέπει να αναδειχθούν εναλλακτικές μέθοδοι ζωικής παραγωγής που βασίζονται στην ορθολογική διαχείριση και προστασία των φυσικών πόρων. Η εφαρμογή σύγχρονων εκτατικών ή ημιεντατικών συστημάτων διατροφής προϋποθέτει ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά απαραίτητα για τη διατήρηση της ισορροπίας του εύθραυστου οικοσυστήματος των μειονεκτικών ορεινών και ημιορεινών περιοχών, όπως περιορισμένο αριθμό ζώων ανά εκτάριο, περιορισμένη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας, λελογισμένη βόσκηση και κάλυψη του υπολοίπου των διατροφικών αναγκών των ζώων με συγκομιζόμενες ζωοτροφές, περιορισμένη χρήση ενέργειας και αξιοποίηση ανθρώπινης και ζωικής εργασίας. Η εκτροφή αιγοπροβάτων των εγχώριων ορεινών φυλών αποτελεί σημαντικότατη οικονομική δραστηριότητα σε πολλές περιοχές της χώρας μας και ιδιαίτερα στο Νομό Γρεβενών, όπου μεγάλη έκταση καλύπτεται από ορεινούς όγκους. Η οικονομική αυτή δραστηριότητα παρουσιάζει πολύ μεγάλες δυνατότητες για βελτίωση. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η παρουσίαση της υφισταμένης κατάστασης του νομού στον τομέα της κτηνοτροφίας και να διερευνηθεί η δυνατότητα ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών κτηνοτροφίας στο νομό Γρεβενών. Η σκοπιμότητα εφαρμογής προτάσεων ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών κτηνοτροφίας έχει την αφετηρία της στο γεγονός ότι η περιοχή τα τελευταία χρόνια εμφανίζει σημάδια ανάπτυξης στον τομέα αυτό η οποία είναι κατά κάποιο τρόπο αποσπασματική ,χωρίς συγκεκριμένους στόχους ,ούτε οργάνωση. Τα ερωτήματα που τίθενται στα πλαίσια της εργασίας είναι: -Μπορεί η βιολογική κτηνοτροφία να αποτελέσει διέξοδο για την οικονομία του νομού Γρεβενών; -Ποιες είναι οι προϋποθέσεις επιτυχίας εναλλακτικών μορφών κτηνοτροφίας; -Ποια τα οφέλη που θα προκύψουν για την τοπική κοινωνία, την οικονομία, το περιβάλλον και τους επισκέπτες;